Μπάρα

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2024

Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912 – H εντολή κατάληψης της πόλης στον Καλλάρη και η σύμβαση παραχώρησης στους Έλληνες



Ἀρχηγὸν Στρατοῦ Θεσσαλονίκην. Βεβαιούμενος ἀπὸ τὸ ἐκ Θεσσαλονίκης σταλέν μοι τὴν ἑσπέραν ταύτην τηλεγράφημα τῆς Ὑμετέρας Βασιλικῆς Ὑψηλότητος τὴν εἴσοδον αὐτῆς καὶ συνεπῶς καὶ τοῦ ἡμετέρου στρατοῦ εἰς τὴν πρωτεύουσαν τῆς Μακεδονίας, σπεύδω νὰ διαβιβάσω αὐτῇ καὶ τῷ γενναίῳ στρατῷ τὰ θερμὰ συγχαρητήρια τῆς Κυβερνήσεως.

Ἀθῆναι 28-Χ-12 Μεσονύκτιον

Βενιζέλος

Το συγχαρητήριο τηλεγράφημα του Έλληνα πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου στάλθηκε στον αρχιστράτηγο του Ελληνικού Στρατού Διάδοχο Κωνσταντίνο την ημέρα που ο ίδιος, επικεφαλής της Ι Μεραρχίας, εισήλθε στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη είχε παραδοθεί δύο ημέρες νωρίτερα στον Ελληνικό Στρατό από τον Χασάν Ταχσίν πασά, αρχιστράτηγο των οθωμανικών δυνάμεων που επί είκοσι ημέρες δεν είχαν καταφέρει να ανακόψουν τη νικηφόρα πορεία των ελληνικών στρατευμάτων.

Η ιστορική καταγραφή της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης το 1912 από τους Οθωμανούς από το Γενικό Επιτελείο Στρατού έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς φωτίζονται πτυχές των γεγονότων που έλαβαν τότε χώρα και παρουσιάζονται σημαντικά έγγραφα, όπως η εντολή που είχε δοθεί στον Στρατηγό Καλλάρη για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και η σύμβαση παραχώρησης της πόλης από τους Οθωμανούς στους Έλληνες.

Διαβάζουμε στο σχετικό κείμενο του Γενικού Επιτελείου Στρατού:

Ο πόλεμος εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κηρύχθηκε από την Ελλάδα στις 5 Οκτωβρίου, ενώ είχαν προηγηθεί τα υπόλοιπα συμμαχικά βαλκανικά κράτη, και την ίδια ημέρα ξεκίνησε η προέλαση του Ελληνικού Στρατού σε δύο μέτωπα, στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία. Ο Ελληνικός Στρατός Θεσσαλίας περιλάμβανε 7 μεραρχίες, την Ταξιαρχία Ιππικού, 4 τάγματα Ευζώνων, βοηθητικές μονάδες και την υπηρεσία των μετόπισθεν, δηλαδή συνολικά 100.000 άνδρες και 23.000 κτήνη και είχε να αντιμετωπίσει ισχυρά οθωμανικά στρατεύματα τα οποία, όμως, υστερούσαν σημαντικά σε πεζικό. Έτσι, τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οι ελληνικές δυνάμεις κατήγαγαν σημαντικές νίκες απελευθερώνοντας την Ελασσόνα, τη Δεσκάτη, το Σαραντάπορο και τα Σέρβια, και στις 11 Οκτωβρίου εισήλθαν, χωρίς σοβαρή αντίσταση, στην Κοζάνη.

Στις 12 Οκτωβρίου, ενώ το Γενικό Στρατηγείο βρισκόταν στα Σέρβια και μεγάλο μέρος των ελληνικών δυνάμεων ήταν στην περιοχή της Κοζάνης, τέθηκε για πρώτη φορά το ζήτημα της μετέπειτα πορείας του στρατού. Το Γενικό Στρατηγείο, μη γνωρίζοντας ακριβώς την κίνηση των οθωμανικών στρατευμάτων αλλά έχοντας πληροφορίες ότι ο μεγαλύτερος όγκος όσων είχαν υποχωρήσει από το Σαραντάπορο είχε συμπτυχθεί προς τα βόρεια, σκόπευε να κινηθεί προς το Μοναστήρι, προκειμένου να ολοκληρώσει την αποστολή του σύμφωνα με τους καθαρά στρατιωτικούς όρους, δηλαδή να επιτύχει τη συντριβή του εχθρού και έπειτα να προωθηθεί προς τη Βέροια και τη Θεσσαλονίκη. Την ίδια ημέρα, όμως, ο διάδοχος έλαβε τηλεγράφημα από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος ζητούσε να μάθει τη μετέπειτα πορεία του στρατού επισημαίνοντας ότι σπουδαίοι πολιτικοί λόγοι επέβαλλαν τη γρήγορη είσοδό του στη Θεσσαλονίκη. Παρόμοια σύσταση έκανε στον αρχιστράτηγο και ο υπουργός Εξωτερικών Λάμπρος Κορομηλάς, ενημερώνοντάς τον για τις κατακτήσεις των συμμάχων και τον κίνδυνο να εισέλθουν πρώτοι στην πόλη.

Την επομένη, 13 Οκτωβρίου, τα ελληνικά στρατεύματα συνέχισαν την προέλασή τους σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο και το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε στην Κοζάνη. Εκεί, όμως, έπειτα από τις πληροφορίες που συνέλεξαν τα τμήματα αναγνωρίσεως για την κίνηση του Οθωμανικού Στρατού προς τα ανατολικά, σε συνδυασμό με την επιτακτική επιμονή της κυβέρνησης για την άμεση στροφή του Ελληνικού Στρατού προς απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, εξέδωσε νέα διαταγή. Σύμφωνα με αυτή, από το επόμενο πρωί όλες οι μονάδες θα προωθούνταν προς την κατεύθυνση της πολυπόθητης πόλης. Ωστόσο, παρά την τελική σύμπνοια στη λήψη των κρίσιμων αποφάσεων, η κυβερνητική επέμβαση στην όλη διαδικασία ανέδειξε την ένταση μεταξύ πρωθυπουργού και διαδόχου, η οποία αποτέλεσε την αρχή της σοβαρής σύγκρουσης των δύο ανδρών, με τα γνωστά αποτελέσματα, λίγα χρόνια αργότερα.

Στις μέρες που ακολούθησαν, έλαβε χώρα ένας πραγματικός αγώνας δρόμου τόσο στα πεδία των μαχών όσο και στον τομέα των πληροφοριών για την τύχη της Θεσσαλονίκης. Στις 16 Οκτωβρίου, ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε τη Βέροια και την Κατερίνη και στις 19-20 Οκτωβρίου έδωσε την τελευταία νικηφόρα μάχη του στα Γιαννιτσά, όπου η τουρκική διοίκηση είχε επιλέξει να εγκαταστήσει την άμυνά της για να ανακόψει την πορεία του. Η νίκη εκείνη ουσιαστικά κατοχύρωσε την κυριαρχία του Ελληνικού Στρατού στη διεκδίκηση της Θεσσαλονίκης.

Μετά τη νίκη στα Γιαννιτσά, η ελληνική πλευρά έλαβε όλα τα απαραίτητα προπαρασκευαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση του τελευταίου εμποδίου μέχρι τη Θεσσαλονίκη: τη διάβαση του ποταμού Αξιού. Το εγχείρημα προγραμματίστηκε για τη νύχτα 23/24 Οκτωβρίου και δεν ήταν εύκολο, καθώς οι Οθωμανοί, κατά την υποχώρησή τους, είχαν καταστρέψει τη μία ξύλινη οδική και τις δύο σιδηροδρομικές γέφυρες, ενώ τα νερά του ποταμού είχαν διογκωθεί εξαιτίας των συνεχών βροχοπτώσεων. Λόγω της δυσκολίας μεταφοράς γεφυροσκευών, ο στρατός υποχρεώθηκε να χρησιμοποιήσει για τη ζεύξη του ποταμού πρόχειρα υλικά από τα γύρω χωριά και έτσι η διάβαση του Αξιού επιτεύχθηκε στις 25 Οκτωβρίου για μεγάλο μέρος του στρατού, ενώ το Γενικό Στρατηγείο εγκαταστάθηκε στο χωριό Γέφυρα, στην έπαυλη Τοψίν, ευρισκόμενο σε ετοιμότητα για ισχυρή επίθεση εναντίον των οθωμανικών στρατευμάτων.

Στη Θεσσαλονίκη, ο εκεί αρχηγός του στρατού εναντίον των Ελλήνων Χασάν Ταχσίν πασάς, βλέποντας την κακή κατάσταση των δυνάμεών του και έπειτα από μεσολάβηση των προξένων των Μεγάλων Δυνάμεων, πείσθηκε να έλθει σε διαπραγματεύσεις με τον Έλληνα αρχιστράτηγο προκειμένου να αποφευχθεί η άσκοπη αιματοχυσία. Πράγματι, το μεσημέρι της 25ης Οκτωβρίου, αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων και τον Στρατηγό Σεφήκ πασά, φρούραρχο της πόλης, μαζί με έναν ελληνικής καταγωγής αξιωματούχο, επέδωσε στον διάδοχο τα αιτήματα του Τούρκου αρχιστράτηγου. Ο σημαντικότερος όρος ήταν να επιτραπεί σε αυτόν να αποσυρθεί με τον στρατό και τον οπλισμό του στην ανατολική παρυφή της Θεσσαλονίκης και να παραμείνει εκεί έως το τέλος του πολέμου. Ο διάδοχος απέρριψε τους όρους και απαίτησε την άμεση παράδοση του τουρκικού στρατού, ο οποίος θα θεωρούνταν αιχμάλωτος πολέμου και θα μεταφερόταν σε κάποιο λιμάνι της Μικράς Ασίας με έξοδα της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ η μόνη του παραχώρηση θα ήταν να διατηρήσουν οι αξιωματικοί τα ξίφη τους. Η αντιπροσωπεία επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη με τον ίδιο συρμό και με τη δέσμευση να απαντήσει ως τις 0600 το πρωί της 26ης Οκτωβρίου.

Στο μεταξύ, τα υπουργεία Στρατιωτικών και Εξωτερικών ενημέρωναν το Γενικό Στρατηγείο για την προέλαση των βουλγαρικών δυνάμεων προς τα νότια μετά την κατάληψη των Σερρών, εκφράζοντας φόβους για την πιθανή ταυτόχρονη άφιξή τους στην πόλη, όπου οι κάτοικοι εναγωνίως ανέμεναν την είσοδο του Ελληνικού Στρατού για την τέλεση δοξολογίας στον ναό του Αγίου Δημητρίου. Το ίδιο βράδυ, το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε διαταγή με την οποία καθόριζε ότι στις 0930 της επόμενης ημέρας οι ελληνικές δυνάμεις θα αναλάμβαναν γενική επίθεση κατά του Οθωμανικού Στρατού, σύμφωνα με το σχέδιο που είχε κοινοποιηθεί στις μεραρχίες νωρίτερα.


 Η παράδοση της πόλης στον ελληνικό στρατό.

Το πρωί της 26ης Οκτωβρίου και πριν από τη λήξη της προθεσμίας, επέστρεψε σιδηροδρομικώς στη Γέφυρα ο Σεφήκ πασάς, κομίζοντας την απάντηση του Τούρκου αρχιστράτηγου ότι δεχόταν τους όρους της ελληνικής πλευράς, αλλά ζητούσε να κρατήσει 5.000 όπλα για την εκγύμναση των νεοσυλλέκτων. Το αίτημα δεν έγινε δεκτό και ο Τούρκος πληρεξούσιος ζήτησε δίωρη προθεσμία, η οποία παρήλθε χωρίς απάντηση.

Υπό την πίεση του χρόνου και ακολουθώντας τις διαταγές της προηγούμενης ημέρας, ο Ελληνικός Στρατός άρχισε να κινείται από διάφορες κατευθύνσεις προς τη Θεσσαλονίκη, συνεχίζοντας την κύκλωση των τουρκικών δυνάμεων. Ο Χασάν Ταχσίν πασάς αρχικά προσπάθησε να κερδίσει χρόνο μέσω των διαπραγματεύσεων, διαβλέποντας, όμως, το μάταιο του αγώνα και τις συνέπειες που θα είχε για τον στρατό του, αποφάσισε να δεχθεί όλους τους όρους του διαδόχου και ζήτησε να σταλούν αντιπρόσωποί του για τη σύνταξη των πρωτοκόλλων. Αμέσως, το Γενικό Στρατηγείο ενημέρωσε τον διοικητή των βουλγαρικών δυνάμεων για τις εξελίξεις, προτρέποντάς τον να κινηθεί διαφορετικά (και όχι προς Θεσσαλονίκη) για στρατηγικούς λόγους. Ταυτόχρονα, διέταξε την VII Μεραρχία και το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου να σπεύσουν να καταλάβουν την πόλη. Πράγματι, το ίδιο απόγευμα, τα τμήματα αυτά έφθασαν περίπου 1.500 μ. μακριά από τη Θεσσαλονίκη και στρατοπέδευσαν κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών, ενώ οι υπόλοιπες μονάδες σταμάτησαν την προώθησή τους.

Την ίδια ώρα έφθασαν στη Θεσσαλονίκη και οι Έλληνες αντιπρόσωποι του Γενικού Στρατηγείου Αντισυνταγματάρχης Βίκτωρ Δούσμανης και Λοχαγός Ιωάννης Μεταξάς. Έπειτα από δίωρη σύσκεψή τους με τον Τούρκο αρχιστράτηγο, υπέγραψαν, στις 2300 της 26ης Οκτωβρίου, το πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης και του εκεί Οθωμανικού Στρατού: «ἡ πόλις τῆς Θεσσαλονίκης παραδίδεται εἰς τὸν Ἑλληνικὸν Στρατὸν μέχρι τῆς συνομολογήσεως τῆς εἰρήνης» αναφερόταν στο άρθρο 3. Το πρωτόκολλο προέβλεπε ότι οι Οθωμανοί στρατιώτες θα παρέδιδαν τα όπλα τους και θα παρέμεναν σε στρατόπεδα της πόλης, ενώ οι αξιωματικοί θα διατηρούσαν τα ξίφη τους και θα κινούνταν στην πόλη ελεύθεροι με τη δέσμευση ότι δεν θα στρέφονταν κατά του Ελληνικού Στρατού και των συμμάχων του όσο διαρκούσε ο πόλεμος. Τα πυροβόλα και τα πολεμικά μηχανήματα του Οθωμανικού Στρατού έπρεπε να παραδοθούν στον ελληνικό, ενώ οι χωροφύλακες και αστυνομικοί θα παρέμεναν στην υπηρεσία τους διατηρώντας τα όπλα τους.

Η σύμβαση παράδοσης της πόλης της Θεσσαλονίκης και του τουρκικού στρατού που υπογράφηκε στις 26 Οκτωβρίου 1912 (Aρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ)
Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, έπειτα από παράκληση του Χασάν Ταχσίν πασά, οι αντιπρόσωποι του Έλληνα αρχιστράτηγου υπέγραψαν και την πρώτη διαταγή για την αναστολή των εχθροπραξιών. Το επόμενο πρωί υπογράφηκε συμπληρωματικό πρωτόκολλο με το οποίο ρυθμίζονταν λεπτομέρειες που αφορούσαν την παράδοση του Οθωμανικού Στρατού και την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τον Ελληνικό Στρατό. Συνολικά παραδόθηκαν 25.000 οπλίτες και περίπου 1.000 αξιωματικοί, ενώ στην κατοχή του Ελληνικού Στρατού περιήλθαν 70 πυροβόλα, 30 πολυβόλα, 1.200 ίπποι και άφθονο υλικό κάθε κατηγορίας.


 Η είσοδος του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη

Η πρώτη ελληνική μονάδα που εισήλθε στην πόλη, το μεσημέρι της 27ης Οκτωβρίου, ήταν το Απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου με τμήμα Ιππικού. Μέσω των κεντρικών οδών, κατευθύνθηκαν στο διοικητήριο και εγκαταστάθηκαν στους εκεί στρατώνες. Ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης είχε κατακλύσει τους δρόμους και, όπως γράφει ο τότε μαθητής Χ. Χαρίσης, «ἔλαβον χώραν σκηναὶ ἀσυλλήπτου ἐνθουσιασμοῦ. Τριακόσιοι μαθηταὶ μὲ τὰ μπλὲ πηλίκια καὶ ἕνα πλῆθος Ἑλλήνων, τοὺς περικυκλώσαμε καὶ […] ζητωκραυγάζαμε ἔξαλλοι. […] Ὅλοι φιλήσαμε τὴν Πολεμικὴν Σημαίαν, μὲ δάκρυα χαρᾶς».

Παράλληλα, η VII Βουλγαρική Μεραρχία υπό τον Στρατηγό Θεοδωρώφ, παρά την ενημέρωσή της για τις εξελίξεις, συνέχισε την προέλασή της προς τη Λητή και έβαλλε κατά των τουρκικών θέσεων, γεγονός που προκάλεσε τη διαμαρτυρία του Τούρκου αρχιστράτηγου και την έντονη αντίδραση του διαδόχου και, κατ’ επέκταση, της ελληνικής κυβέρνησης.

Λόγω της κίνησης των Βουλγάρων, τη νύχτα της 27/28 Οκτωβρίου, ο νεοδιορισμένος Έλληνας νομάρχης της Θεσσαλονίκης απέστειλε ειδική αμαξοστοιχία στο χωριό Γέφυρα προτείνοντας στον διάδοχο να επισπεύσει την είσοδό του στην πόλη. Πράγματι, στις 0345 ο αρχηγός του Ελληνικού Στρατού επιβιβάσθηκε στην ίδια αμαξοστοιχία και έφθασε στις 0500 στον σιδηροδρομικό σταθμό στη δυτική παρυφή της πόλης. Εκεί συναντήθηκε με τον διοικητή της VII Μεραρχίας, στον οποίο έδωσε εντολή να σπεύσει στην αμαξιτή οδό Θεσσαλονίκης-Σερρών και να εμποδίσει την προέλαση των Βουλγάρων.

Στις 1100 της 28ης Οκτωβρίου ο αρχιστράτηγος εισήλθε θριαμβευτής στη Θεσσαλονίκη με το επιτελείο του, επικεφαλής της Ι Μεραρχίας, ενώ ο ελληνικός πληθυσμός εκδήλωνε με κάθε τρόπο τη συγκίνησή του παρά τη δυνατή βροχή. Γράφει χαρακτηριστικά ο Πρίγκιπας Νικόλαος, μετέπειτα στρατιωτικός διοικητής Θεσσαλονίκης: «μερικοὶ ἐφιλοῦσαν τὰ ὑποδήματά του, ἄλλοι τὴν χλαίνην του, ἄλλοι ἔπεφταν μπροστὰ στὸ ἄλογό του, ἄλλοι ἐχόρευαν κ’ ἐτραγουδοῦσαν κ’ ἐφώναζαν. ἀλλὰ ἡ μεγάλη πλειονότης ἔκλαιε». Ακολούθησε δοξολογία στον ναό του Αγίου Μηνά, μετάβαση του διαδόχου στο διοικητήριο, παρέλαση της Ι Μεραρχίας ενώπιόν του και στη συνέχεια παρουσίαση των αρχών της πόλης. Η Ι Μεραρχία εγκαταστάθηκε στους στρατώνες του Πεδίου του Άρεως. Στην έκθεσή της για την ημέρα εκείνη αναγράφεται ότι «ἡ πραγματοποίησις ἑνὸς ἐθνικοῦ μεγάλου ὀνείρου καὶ ὁ τρόπος καθ’ ὃν τοῦτο ἐπραγματοποιεῖτο, ἐχάραξεν τὴν ἡμέραν αὐτὴν εἰς τὴν καρδίαν τοῦ ἔθνους ὡς μίαν τῶν ἐνδοξωτέρων καὶ εὐτυχεστέρων ἡμερῶν τῆς πατρίδος» (αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.1641/Α/1).

Το επόμενο πρωί εισήλθε στην πόλη και ο βασιλιάς Γεώργιος, περιστοιχισμένος από τον διάδοχο και τους πρίγκιπες. Τιμές απέδωσε η Ι Μεραρχία και το Απόσπασμα Ευζώνων, ενώ, παρά τη συνεχιζόμενη δυνατή βροχή, πλήθη λαού με έξαλλο ενθουσιασμό χαιρετούσαν την άφιξή του. Όταν η πομπή έφθασε μπροστά στον Λευκό Πύργο έγινε έπαρση της σημαίας, ενώ ελληνικά πυροβόλα έριξαν 21 χαιρετιστήριες βολές.

Οι κινήσεις των βουλγαρικών στρατευμάτων προάγγελος νέων συγκρούσεων

Νωρίς το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, προτού η VII Μεραρχία προλάβει να εγκατασταθεί αμυντικά στη βορειοδυτική παρυφή της Θεσσαλονίκης, εμφανίστηκαν τα πρώτα τμήματα της VII Βουλγαρικής Μεραρχίας, η οποία έσπευδε να εισέλθει στην πόλη πριν από τον διάδοχο. Η ελληνική μεραρχία απαγόρευσε την περαιτέρω κίνηση των βουλγαρικών στρατευμάτων και το ζήτημα επιλύθηκε έπειτα από διαπραγματεύσεις μεταξύ των διοικητών των δύο συμμαχικών δυνάμεων.

Οι Βούλγαροι στρατηγοί Πετρώφ και Θεοδωρώφ ζήτησαν να υπογραφεί και για τη βουλγαρική πλευρά πρωτόκολλο παράδοσης της Θεσσαλονίκης, παρόμοιο με αυτό που είχε υπογραφεί με τον Έλληνα αρχιστράτηγο, ωστόσο τους κατέστη γνωστό ότι η πόλη είχε ήδη παραδοθεί στον Ελληνικό Στρατό και ο Χασάν Ταχσίν πασάς ήταν αιχμάλωτός του. Επίσης, ζήτησαν να επιλυθεί το ζήτημα της στέγασης των στρατευμάτων, δεδομένης και της ραγδαίας βροχής, ωστόσο τελικά περιορίστηκαν να αιτηθούν την είσοδο στη Θεσσαλονίκη δύο ταγμάτων, προκειμένου να αναπαυθούν οι δύο Βούλγαροι πρίγκιπες που υπηρετούσαν σε αυτά.

Με τη δέσμευση της πλήρους συμμόρφωσης των βουλγαρικών μονάδων προς τις οδηγίες και διαταγές του Έλληνα φρούραρχου, ο διάδοχος εξέδωσε διαταγή για την είσοδο στη Θεσσαλονίκη δύο βουλγαρικών ταγμάτων το πρωί της 29ης Οκτωβρίου. Ωστόσο, μετά την αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων, ορισμένες βουλγαρικές μονάδες εισήλθαν τη νύχτα στην πόλη παρά τη συμφωνία. Στις 28 Οκτωβρίου κατέφθασε και το σερβικό σύνταγμα Ιππικού, του οποίου ο διοικητής υπέβαλε συγχαρητήρια επιστολή στον διάδοχο και αποχώρησε για να συναντήσει τη μεραρχία του βόρεια της Γευγελής.

Το μεσημέρι της 29ης Οκτωβρίου, μετά την είσοδο του Έλληνα βασιλιά στη Θεσσαλονίκη, παρέλασε στους δρόμους της πόλης ολόκληρο το βουλγαρικό σύνταγμα αντί των δύο μόνο ταγμάτων για τα οποία υπήρχε έγκριση. Το γεγονός αντιμετωπίστηκε με σιωπή από τον λαό, κυρίως, όμως, προανήγγειλε την έλλειψη σύμπνοιας μεταξύ των συμμάχων και την επερχόμενη σοβαρή σύγκρουσή τους λίγους μήνες αργότερα.


 

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

Ο ΕΚΔΟΤΗΣ «ΓΚΑΝΓΚΣΤΕΡ» ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ «ΜΑΙΜΟΥ», ΜΕ ΤΙΣ ΕΥΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ! ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΚΑΙ ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΤΟΥΛΗΣ ΕΣΤΗΣΑΝ ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ. ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ Ο «ΓΑΛΑΖΙΟΣ» ΕΚΔΟΤΗΣ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ: ΤΡΕΙΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ «ΕΣΣΟΝΤΑΙ ΕΙΣ ΣΑΡΚΑΝ ΜΙΑΝ»!


karamanlis-nikos-empristiki-0 (Custom)

Ας παίξουμε ένα παιχνίδι… ελαφρώς τροποποιημένο! Αντί για το γνωστό «Βρείτε τις διαφορές» εμείς θα παίξουμε το «Βρείτε τις ομοιότητες»! Για το παιχνίδι θα χρειαστούμε τα στοιχεία από τρεις διαφορετικές εταιρείες. Ας πούμε ότι θα διαλέξουμε τις τρεις εταιρείες του διαπλεκόμενου εκδότη Νίκου Καραμανλή. Θα χρειαστούμε επίσης και παρατηρητικότητα προκειμένου να εντοπίσουμε τα κοινά στοιχεία. Πάμε να ξεκινήσουμε!

dimos political taftotita

Έχουμε και λέμε λοιπόν… Εταιρεία νούμερο 1: ιστοσελίδα paraskinio.gr, εταιρεία νούμερο 2: Εφημερίδα Political και Εταιρεία νούμερο 3: Site dimosdata.gr

Και οι τρεις εταιρείες έχουν την ίδια διεύθυνση, το ίδιο τηλέφωνο και δύο από τις τρεις έχουν και το ίδιο ΑΦΜ! Στις δύο από τις τρεις  εταιρείες επίσης φιγουράρει το όνομα Καραμανλής (Νίκος ή Γιώργος… πατέρας και υιός) είτε ως ιδιοκτήτης, είτε ως νόμιμος εκπρόσωπος, είτε ως διαχειριστής!

Και στις τρεις εταιρείες επίσης η κυρία Χρυσή Τζουμάκα (σύζυγος του εκδότη) εμφανίζεται επίσης ως ιδιοκτήτης, νόμιμος εκπρόσωπος ή
διαχειριστής!

political1

Ενημερωτικά αναφέρουμε ότι περίπου 10 διαφορετικές εταιρείες (ΟΛΕΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ) μοιράζονται τα ίδια στοιχεία και οι θέσεις ευθύνης είναι μοιρασμένες στα ίδια άτομα με ελάχιστες εξαιρέσεις!

Πιθανόν λοιπόν να αναρωτιέστε γιατί επιλέξαμε να αναφερθούμε συγκεκριμένα σε αυτές τις τρεις… Τι θα λέγατε λοιπόν αν σας λέγαμε πως και οι τρεις αυτές εταιρείες συμμετείχαν στον ίδιο διαγωνισμό του Περιφερειακού Ταμείου Ανάπτυξης Αττικής, που έχει πρόεδρο τον Γιώργο Πατούλη, για να πάρουν την ίδια δουλειά αξίας 28.500€;

Στη θέση σας θα μιλούσαμε για καραμπινάτη περίπτωση ΑΠΑΤΗΣ και για διαπλοκή ενός γαλάζιου εκδότη και ενός προβεβλημένου γαλάζιου στελέχους, όπως είναι οι Νίκος Καραμανλής και Γιώργος Πατούλης!

Πιθανόν για να το πιστέψετε θα ζητήσετε αποδείξεις και θα έχετε απόλυτο δίκιο… Πάμε λοιπόν στην απόδειξη!

pato

Από την παραπάνω ανάθεση έργου προκύπτει ότι στις 19/4/22 σε διαγωνισμό που συμμετείχαν (ως «αντίπαλοι») τρεις από τις εταιρείες του εκδότη Καραμανλή για το «Πρόγραμμα ενίσχυσης επαγγελματιών αγροτών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της οικοτεχνίας στην Περιφέρεια Αττικής», «νικήτρια» λόγω χαμηλότερης προσφοράς βγήκε η Ν.Κ συμβουλευτική Αλέξανδρος ΕΠΕ και ο Πατούλης έδωσε τη δουλειά στον φίλο του! Φυσικά ο Νίκος Καραμανλής δεν είχε το παραμικρό άγχος μιας και «έτρεχε» μόνος του σε μια στημένη κούρσα!

Κάλλιστα θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί τι σχέση μπορεί να έχει ένας εκδότης με τους επαγγελματίες αγρότες της Περιφέρειας Αττικής, αλλά θυμίζουμε την προηγούμενή μας αποκάλυψη ότι ο εν λόγω διαπλεκόμενος εκδότης και πληρωμένο πιστόλι του Μαξίμου πήρε δουλειά από τον δήμο Μαρκόπουλου για εγκατάσταση και τοποθέτηση πυροσβεστικών κρουνών, αξίας 151.900€!

markopoulo

Και επειδή όσο περισσότερο σκαλίζουμε τόσο περισσότεροι σκελετοι βγαίνουν από τη ντουλάπα του Νίκου Καραμανλή πάμε και σε ένα ακόμα «δωράκι» που έκανε ο Γιώργος Πατούλης στον εκλεκτό του φίλο, τον οποίο πάντα τιμά με την παρουσία του στα διάφορα γκαλά που διοργανώνει… Στα ίδια γκαλά συμμετέχουν «παραδοσιακά» και άλλοι πρωτοκλασάτοι νεοδημοκράτες!

ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ!

Πρόκειται για μια ακόμα σύμβαση έργου μεταξύ Καραμανλή (Ν.Κ συμβουλευτική Αλέξανδρος ΕΠΕ) και ΚΕΔΕ αυτή τη φορά, στην οποία πρόεδρος είναι
ο Γιώργος Πατούλης. Σε αυτήν την περίπτωση η ανάδοχος εταιρεία αναλαμβάνει την επιστημονική υποστήριξη της επιτροπής ΕΣΠΑ της ΚΕΔΕ για το
ποσό των 8.000€!

kede

kede1

kede2

kede3

Τώρα αν είστε απλός πολίτης και όλα τα παραπάνω σας βγάζουν από τα ρούχα σας, είστε απόλυτα δικαιολογημένος… Το θέμα όμως είναι αν πιθανώς
είστε εισαγγελέας και διαβάζετε αυτό το άρθρο τι προτίθεστε να κάνετε; ΚΑΘΑΡΣΗ ή ΟΜΕΡΤΑ;

 

Πηγή: Μακελειό

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2024

Πότε κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο στην Ελλάδα;

 

Πότε κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο στην Ελλάδα; Σίγουρα το έχετε σκεφτεί. Ποιος το έφερε και πότε έκανε ντεμπούτο η αυτοκίνηση στην Ελλάδα;

 Για την ιστορία, σήμερα κυκλοφορούν 8,2 εκατομμύρια οχήματα και μοτοσυκλέτες σε όλη τη χώρα.Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ο αριθμός των επιβατικών αυτοκινήτων που κυκλοφορούσαν στη χώρα μας αυξήθηκε από 4,7 εκατομμύρια το 2007 σε 5,2 εκατομμύρια το 2017, με τα 2,8 εκατ. να κυκλοφορούν, στην Αττική και τα περισσότερα στην Αθήνα.

Στην Αττική κυκλοφορούν επιπλέον 285.000 φορτηγά από τα συνολικά 1,3 εκατ. που κυκλοφορούν στην χώρα μας, περίπου 12.000 λεωφορεία από τα συνολικά περίπου 26.000 λεωφορεία και περισσότερες από 730.000 μοτοσικλέτες, από το συνολικά 1,6 εκατ. που κυκλοφορούν στη χώρα μας. Σύνολο, περισσότερα από 8,2 οχήματα και μοτοσικλέτες σε όλη την επικράτεια.

Πότε κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο στην Ελλάδα;

Το πρώτο αυτοκίνητο κυκλοφόρησε στην Αθήνα

Πότε όμως κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο στην Ελλάδα; Γυρνάμε πίσω στον χρόνο και μεταφερόμαστε στην Αθήνα πριν 127 χρόνια! Το πρώτο τροχήλατο όχημα έφτασε στην Αθήνα το 1897.

Ήταν ένα “Γκάρντνερ” 14 θέσεων που μούγκριζε κάνοντας έναν εκκωφαντικό θόρυβο. Εκεί ξεκίνησαν και οι πρώτες κόντρες με τους αμαξάδες για το ποιος θα έπαιρνε τον πελάτη.

Η περιγραφή από τον Μίλτο Γ.Λιδωρίκη, όπως καταγράφεται στο βιβλίο «Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ», εκδόσεις Polaris. Γράφει μεταξύ άλλων ο Μίλτος Γ. Λιδωρίκης: «Μέχρι του 1897 τα αυτοκίνητα ήσαν άγνωστα στην Ελλάδα. Γι’ αυτά μιλούσαν μόνον όσοι διάβαζαν ξένες εφημερίδες και ξένα περιοδικά, που εδημοσίευαν εικόνες και περιγραφές αυτοκινητικών αγώνων. Αλλά και γνωστά να ήσαν, πώς ήτο δυνατόν να κυκλοφορήσει εντός της πόλεως και στα περίχωρα μια μηχανή τόσον λεπτής συνθέσεως, αφού οι δρόμοι μας ήσαν όχι μόνον ακατάλληλοι διά την κυκλοφορίαν αλλά και επικίνδυνοι;

Το πρώτον αυτοκίνητον στας Αθήνας το έφερε ο Νικόλαος Κοντογιαννάκης, γαμβρός του πολιτευτού και τότε υπουργού Κωνσταντίνου Καραπάνου. Εκυκλοφόρησε με αυτό κατά τα μέσα του έτους 1897, και το θυμάμαι γιατί συνέπεσε ο άτυχος πόλεμος του ’97. ο καλός φίλος με παρέλαβε από το σπίτι μου την παραμονήν της αναχωρήσεώς μου διά τα σύνορα, για να πάμε στο ωραίον μέγαρόν του και εκεί να με φωτογραφήσει με την στολήν του λοχίου ευζώνων.

Με το αυτοκίνητον αυτό, μικρόν τρίκυκλο, ο Κοντογιαννάκης, επιχειρών διαδρομάς πολύ μικράς μέσα στην πόλη, υπέφερε τα πάνδεινα από την σκόνη, τις λάσπες και τους φοβερούς λάκκους των δρόμων της Αθήνας. Απαυδήσας, στο τέλος, το γύρισε πίσω στην Ευρώπη, διότι «εδώ» όπως έλεγε «του ήταν άχρηστο». Μετά ένα έτος, άλλος καλός φίλος και αλησμόνητος άνθρωπος, ο Κώστας Χρηστομάνος, ο κατόπιν ιδρυτής της νέας Σκηνής, έφερεν ένα αυτοκινητάκι με δύο θέσεις. Τον ενθυμούμαι που το οδηγούσε μόνος για να κατεβαίνει προς τα δύο Φάληρα, χωρίς ποτέ να φθάνει σε αυτά. Αλλά και το αυτοκίνητον του Χρηστομάνου είχε την ίδια τύχη με την μηχανή του Κοντογιαννάκη. Αχρηστεύθηκε κι αυτό και επεστράφη εις τον τόπον προελεύσεώς του.

Έναν χρόνο μετά, έφθανε στας Αθήνας το τρίτο αυτοκίνητο. Το έφερε τότε ο Πέτρος Καλογερόπουλος, υιός του πολιτευόμενου και πολλάκις υπουργού Νικολάου Καλογεροπούλου. Μα κι αυτό δεν έμεινε στην Ελλάδα παρά λίγους μήνας.

Τα τρία πρώτα αυτοκίνητα ήσαν εξαιρετικώς θορυβώδη, εσήκωναν δε αφάνταστα σύννεφα σκόνης όταν έτρεχαν. Γι’ αυτό ο κόσμος, όταν τα άκουγε να έρχονται, έστριβε δεξιά κι αριστερά για να γλιτώσει τη σκόνη. Μα να, όμως, που στα 1900 ο κόσμος, που σιχαινόταν τα τρία πρώτα, με θαυμασμό παρακολουθούσε να τρέχει μέσα στην πόλη το τέταρτο αυτοκίνητο, ηλεκτροκίνητο, αθόρυβο, με πλούσιο φωτισμό και με επτά θέσεις, που είχε φέρει ο τότε διευθυντής της Ηλεκτρικής Εταιρείας Κ. Νικολαΐδης. Οδηγός του αυτοκινήτου αυτού ήταν ο φίλος Αλέκος Μπαχάουερ, ο πρώτος επαγγελματίας σοφέρ στην Ελλάδα, ο αρχαιότερος όλων και που έκλεισε 40 χρόνια σ’ αυτή την εργασία, αφού προσέφερε ανεκτιμήτους υπηρεσίας στον κλάδο του και εξαιρετικώς εργάσθηκε για την αυτοκινητική πρόοδο στον τόπο.

Στα 1901 ο περίφημος και ιδιόρρυθμος θιασάρχης Λεωνίδας Αρνιώτης έκανε την εμφάνισήν του στας Αθήνας μ’ ένα θίασον σκύλων και μ’ ένα αξιοπερίεργον αυτοκίνητον που έκανε αφάνταστο θόρυβο και είχε γίνει το θέαμα των αθηνών. Με αυτό ο Αρνιώτης απεπειράθη να επισκεφθεί την πατρίδα του την Σπάρτην, το μετέφερε δε σιδηροδρομικώς εις Τρίπολην. Αλλά πριν εισέλθη θριαμβευτικώς εις Σπάρτην, έπαθε βλάβην και επανήλθεν αδόξως ρυμουλκούμενον εις Τρίπολην και μετά πάλιν σιδηροδρομικώς στας Αθήνας».

Ο Μίλτος Λιδωρίκης αναφέρει επίσης: «Στα 1903 ενεφανίσθη και το πρώτον αγοραίον, με τρεις θέσεις και οδηγόν του τον Κων. Πρίντεζην. Το αυτοκίνητον του Πρίντεζη εξετέλει διαδρομάς με τιμολόγιον δραχμών 10 διά τα Φάληρα με διαμονήν μίας ώρας, δραχμάς 15 διά Κηφισιάν, και με ιδιαιτέρας συμφωνίας διά μακρύτερα. Κατόπιν, μέσα σε λίγα χρόνια, επληθύνθησαν τα αυτοκίνητα διά της εισαγωγής πλουσιοτάτων αμαξιών και η κυκλοφορία των στην πόλη και στα περίχωρα ήρχισε να γίνεται αδιάκοπος».

Πότε κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο στην Ελλάδα;
Πότε κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο στην Ελλάδα;

Tο πρώτο δυστύχημα στην Ελλάδα, έγινε στο Φιξ στη Λ. Συγγρού.

Στην Αθήνα του 1907 που κυκλοφορούσαν μόλις επτά αυτοκίνητα δεν ήταν αναγκαίες οι πινακίδες, αφού όλοι ήξεραν τους ιδιοκτήτες τους. Κι όμως τότε είχαμε το πρώτο αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην Ελλάδα που το προκάλεσαν ένας πρίγκηπας και ένας υπουργός. Η 25χρονη Ευφροσύνη Βαμβακά έμεινε στην ιστορία ως το πρώτο θύμα του νέου μέσου που ήρθε για να εκσυγχρονίσει την Ελλάδα.

Το δυστύχημα έγινε στη λεωφόρο Συγγρού, κοντά στο Φιξ, στις 4 Μαρτίου 1907, στις 11.30 το πρωί. Δύο αυτοκίνητα έπεσαν πάνω στην κοπέλα και πέρασαν κυριολεκτικά από πάνω της. Ο οδηγός του πρώτου αυτοκινήτου ήταν ο πρίγκιπας Ανδρέας (πατέρα του Φίλιππου και πεθερός της βασίλισσας Ελισάβετ της Αγγλίας) με συνεπιβάτες τη γυναίκα του Αλίκη, και τον υπασπιστή του Μεταξά!

Οδηγός στο δεύτερο ήταν ο υπουργός και βουλευτής Φθιώτιδος Ν. Σιμόπουλος ο οποίος ανέλαβε την ευθύνη, παραδεχόμενος ότι εκείνος πρώτος χτύπησε την άτυχη γυναίκα.

Το γεγονός ότι κανένας απ τους δύο οδηγούς δεν φρέναρε καν, ήταν απλή λεπτομέρεια.

Ο Διοικητής της Αστυνομίας μετά απ αυτό το γεγονός κάλεσε όλους τους οδηγούς αυτοκινήτων της Αθήνας και τους συμβούλευσε να… μην πατάνε τον κόσμο!

Αλλαγή ώρας: Πότε γυρίζουμε τα ρολόγια μας μια ώρα πίσω.


 

Μία ώρα πίσω πρέπει να ρυθμιστούν τα ρολόγια από την Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024 στις 04.00 τα ξημερώματα, λόγω της αλλαγής από τη θερινή στην χειμερινή ώρα.

Έτσι, στις 04.00 οι δείκτες θα πρέπει να δείξουν 03.00.

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024

Αβρααμ, Σάρρα, Αγαρ, Ισαακ και Ισμαϊλ......

 

Ο Άγγελος και η Άγαρ

Η Άγαρ ήταν δούλη της Σάρρας από την Αίγυπτο. Από τον Αβραάμ απέκτησε τον Ισμαήλ.

Η Σάρρα, η γυναίκα του Αβραάμ, ήταν 75 ετών και δεν έκανε παιδιά. Έδωσε λοιπόν στον Αβραάμ τη δούλη της Άγαρ για μια νύχτα, έτσι ώστε να αποκτήσει γιο μέσω αυτής. Όταν η Άγαρ είδε ότι ήταν έγκυος, άρχισε να φέρεται στην κυρά της με περιφρόνηση. Τότε η Σάρρα, με την άδεια του Αβραάμ, άρχισε να κακομεταχειρίζεται την Άγαρ, η οποία αναγκάστηκε να φύγει από το σπίτι (Γένεση 16,1-6).

Κοντά σε μια πηγή, στο δρόμο προς την έρημο Σουρ, την συνάντησε ένας άγγελος Κυρίου, και της είπε ότι ο Κύριος άκουσε τον πόνο της. Τη συμβούλεψε να επιστρέψει στην κυρία της και να ταπεινωθεί ενώπιόν της. Της υποσχέθηκε ακόμη πολλούς απογόνους από τον γιο της. Της είπε ακόμη ότι ο γιος της θα είναι άνθρωπος της υπαίθρου, αγροίκος, θα φέρεται σε όλους με σκληρότητα και όλοι γύρω του θα του φέρονται το ίδιο, και τέλος θα ζει χώρια από τους υπόλοιπους συγγενείς του (Γένεση 16,7-12).

Η Άγαρ επικαλέστηκε τότε με σεβασμό και ευγνωμοσύνη το όνομα του Κυρίου και είπε «Εσύ είσαι ο Θεός, που έριξες το βλέμμα σου προς εμένα». Γι' αυτό και το πηγάδι εκείνο το ονόμασε "Πηγάδι του αληθινού Θεού που με βλέπει", κι αυτό βρίσκεται ανάμεσα στην Κάδης και στη Βαράδ.

Έτσι η Άγαρ επέστρεψε και γέννησε γιο και ο Αβραάμ τον ονόμασε Ισμαήλ. Εκείνη την εποχή ο Αβραάμ ήταν 86 ετών (Γένεση 16,13-16).

Όταν ο Ισμαήλ ήταν δεκατεσσάρων χρονών εκπληρώθηκε η υπόσχεση του Θεού στη Σάρρα, η οποία γέννησε τον Ισαάκ. Σε ένα συμπόσιο κατά το οποίο γιορταζόταν η απογαλάκτιση του Ισαάκ, η Σάρρα είδε τον Ισμαήλ να παίζει με τον Ισαάκ. Η Σάρρα τότε ζήτησε από τον Αβραάμ να διώξει την Άγαρ και τον Ισμαήλ. Μετά από τη βεβαίωση του Θεού ότι θα φροντίσει για την Άγαρ και το παιδί, ο Αβραάμ τους έδιωξε αφού τους έδωσε ψωμί και νερό. Ενώ η Άγαρ περιπλανιόταν μαζί με τον γιο της στην έρημο της Βεερ-Σεβά και το νερό είχε τελειώσει, απελπισμένη άφησε το παιδί της κάτω από τη σκιά ενός θάμνου και απομακρύνθηκε κλαίγοντας και δεόμενη αφού δεν ήθελε να δει το θάνατο του γιου της. Ο Θεός άκουσε την δέησή της και της έδειξε ένα πηγάδι με καθαρό νερό. Εκεί της επανέλαβε την υπόσχεσή Του ότι απ' αυτό το παιδί θα προέλθει ένας μεγάλος λαός, και έτσι έσωσε την Άγαρ και τον Ισμαήλ (Γένεση 21,15-21).

Η Άγαρ και ο Ισμαήλ εγκαταστάθηκαν στη Φαράν, όπου ο Ισμαήλ παντρεύτηκε Αιγύπτια και έγινε γενάρχης των Αράβων. Από την Άγαρ πήραν το όνομα τους οι Αγαρηνοί, φυλή αραβική, που στους βυζαντινούς χρόνους επεκτάθηκε και προσχώρησε στο Μωαμεθανισμό.

Η εκδίωξη της Άγαρ και του Ισμαήλ

 

Ο Ισμαήλ ήταν γιος του Αβραάμ από τη δούλη του Άγαρ. Όταν γεννήθηκε ο Ισμαήλ, ο Αβραάμ ήταν 86 ετών (Γένεση 16,15-16).

Όταν η Άγαρ είχε φύγει από τον Αβραάμ και περιπλανιόταν, την συνάντησε ένας άγγελος Κυρίου, και της είπε να επιστρέψει στην κυρία της. Της υποσχέθηκε ακόμη πολλούς απογόνους από τον γιο της. Της είπε ακόμη ότι ο γιος της θα είναι άνθρωπος της υπαίθρου, αγροίκος, θα φέρεται σε όλους με σκληρότητα και όλοι γύρω του θα του φέρονται το ίδιο, και τέλος θα ζει χώρια από τους υπόλοιπους συγγενείς του (Γένεση 16,7-12).

Σε ηλικία 13 ετών, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ο Ισμαήλ περιτμήθηκε (Γένεση 17,23-26). Τον επόμενο χρόνο η Σάρα γέννησε τον Ισαάκ (Γένεση 21,1-3). Σε ένα συμπόσιο κατά το οποίο γιορταζόταν η απογαλάκτιση του Ισαάκ, η Σάρρα είδε τον Ισμαήλ να παίζει με τον Ισαάκ. Η Σάρρα τότε ζήτησε από τον Αβραάμ να διώξει την Άγαρ και τον Ισμαήλ. Μετά από τη βεβαίωση του Θεού ότι θα φροντίσει για την Άγαρ και το παιδί, ο Αβραάμ τους έδιωξε αφού τους έδωσε ψωμί και νερό. Ενώ η Άγαρ περιπλανιόταν μαζί με τον γιο της στην έρημο Βηρ-σαβεέ (Βέερ-Σεβά) και το νερό είχε τελειώσει, απελπισμένη άφησε το παιδί της κάτω από τη σκιά ενός θάμνου και απομακρύνθηκε κλαίγοντας και δεόμενη αφού δεν ήθελε να δει το θάνατο του γιου της. Ο Θεός άκουσε την δέησή της και της έδειξε ένα πηγάδι με καθαρό νερό. Εκεί της επανέλαβε την υπόσχεσή Του ότι απ' αυτό το παιδί θα προέλθει ένας μεγάλος λαός, και έτσι έσωσε την Άγαρ και τον Ισμαήλ (Γένεση 21,15-21).

Αργότερα, ο Ισμαήλ συμφιλιώθηκε με τον αδερφό του Ισαάκ, και παρευρέθηκε στο θάνατο του πατέρα του Αβραάμ (Γένεση 25,7-10).

Ο Ισμαήλ έζησε στη έρημο Φαράν σε νομαδική ζωή, διακρίθηκε δε ως τοξότης (Γένεση 21,21). Παντρεύτηκε μια Αιγύπτια κατόπιν υπόδειξης της μητέρας του και απέκτησε 12 γιους και μία κόρη, την Βασεμάθ ή Μαελέθ (Μαχαλάθ), την οποία παντρεύτηκε ο Ησαύ (Γένεση 28,9. Γένεση 36,3). Οι 12 γιοι του Ισμαήλ ήταν ο Ναβαϊώθ (Νεβαϊώθ), ο Κηδάρ, ο Ναβδεήλ (Αβδεήλ), ο Μασσάμ (Μιβσάμ), ο Μασμά (Μισμά), ο Δουμά, ο Μασσή (Μασσά), ο Χοδδάν (Χαδάδ), ο Θαϊμάν (Θαϊμά), ο Ιετούρ, ο Ναφές (Ναφίς) και ο Κεδμά. Από τους απογόνους του προήρθαν διάφορες αραβικές φυλές (Γένεση 25,12-18. Α' Παραλειπομένων 1,28-31).

Ο Ισμαήλ πέθανε σε ηλικία 137 ετών (Γένεση 25,17). Ο Ισμαήλ αναφέρεται στις γενεαλογίες των απογόνων του Αβραάμ (Α' Παραλειπομένων 1,28-29). Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει σχετικά στην προς Γαλάτας επιστολή για τη ζωή του Ισμαήλ και του Ισαάκ (Γαλάτας 4,21-5,1).