Μπάρα

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2019

Κοραή 4: Το κολαστήριο της Κομαντατούρ στο κέντρο της Αθήνας


Το κτίριο της Εθνικής Ασφαλιστικής
 
Από το κτίριο της οδού Κοραή 4 στο κέντρο της Αθήνας ο κόσμος δεν ήθελε να διασχίζει καν το πεζοδρόμιο. Περνούσε απέναντι. Ήταν η βάση της Κομαντατούρ  
Κωνσταντίνος Κομπενάς: «Μας έπιασαν οι γερμανοί, διότι είμεθα αναρριχώμενοι επί των θυρών των τραμ της ΗΕΜ (σσ Ηλεκτρική Εταιρεία Μεταφορών). Εδώ είμεθα 80 κρατηθένετες επί 24ωρο», 20/7/44.
Κώστας Στραβός σαλταδόρος: «Να με τουφεκίσουνε και να ζήσει ο αδερφός μου ο Μιχάλης».Εβδομήντα δύο χρόνια μετά, τα αποτυπώματα των κρατουμένων στους τοίχους των υπογείων του κτηρίου της οδού Κοραή 4, του γερμανικού Φρουραρχείου, της Kommandatur, στο κέντρο της Αθήνας, «μιλούν» ακόμα.




Τα υπόγεια τού κτηρίου της Εθνικής Ασφαλιστικής, που επιτάχθηκε από τις κατοχικές δυνάμεις και στέγασε την Kommandatur, είναι από τους λίγους χώρους, που η ιστορία έχει μείνει «ζωντανή», σαν να έχει σταματήσει ο χρόνος.
Λειτούργησαν στην Κατοχή ως κρατητήρια, θα λέγαμε σημερινό κέντρο μεταγωγών, όπου οι συλληφθέντες έμεναν συνήθως από μία ως τριάντα ημέρες πριν μεταφερθούν σε γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, στις φυλακές Αβέρωφ, στην Καισαριανή, στο Χαϊδάρι και αλλού. Στους τοίχους των θαλάμων, ιδιαίτερα του δευτέρου υπογείου, όπου σώζεται ατόφιο το στρώμα του 1944, διαβάζει κανείς ακιδογραφήματα, δηλαδή πρόχειρα χαραγμένες επιγραφές από τους κρατούμενους, με ονόματα, ημερομηνίες, μηνύματα, σκίτσα με πορτραίτα, νότες, κιθάρες, καράβια, τραμ και άλλα.Όταν μπαίνεις σε χώρους που άνθρωποι έχουν φυλακιστεί και έχουν μαρτυρήσει, η καρδιά και το μυαλό σου αυτόματα σταματούν. Παρόμοιο συναίσθημα δημιουργείται, για ό,ποιον έχει πάει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως το Νταχάου, το Τερεζίν, την Μακρόνησο, στο κτήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ στο Πάρκο Ελευθερίας. Σφίγγεσαι, ιδρώνεις, κρατάς την αναπνοή σου ή λαχανιάζεις. Σα να μεταφέρεσαι κι εσύ στο «τότε». Σκέφτεσαι, φαντάζεσαι, προσπαθείς να ξεδιπλώσεις την ιστορία. Και γίνεσαι συνένοχος, παίρνεις κι εσύ λίγο από τη δύναμη εκείνων που αγωνίστηκαν για την πανανθρώπινη λευτεριά.



Οι ναζί δεν άφησαν αρχεία, όμως η βαρβαρότητα μιλάει από μόνη της
Ακόμα και σήμερα ελάχιστα γνωρίζουμε για τη χρήση του κτηρίου στην Κατοχή, εκτός από το ότι το υπόγειο αντιαεροπορικό καταφύγιο μετατράπηκε στα κρατητήρια της Kommandatur. Οι ναζί δεν άφησαν αρχεία και η σύνθεση της ιστορίας γίνεται μέσα από τις επιγραφές που σώθηκαν, μικροαντικείμενα, προσωπικές σημειώσεις, σελίδες από γερμανικά ημερολόγια που βρέθηκαν και μαρτυρίες κάποιων ανθρώπων, οι οποίοι οδηγήθηκαν εκεί. Διακόσια τριάντα εννέα ονόματα είναι καταγεγραμμένα μόνο στους τοίχους, και αυτά, ως επί το πλείστον, του έτους 1944, αριθμός πολύ μικρότερος του πραγματικού αριθμού κρατουμένων, ο οποίος μένει ακόμα άγνωστος.
Οι Γερμανοί έβαφαν κατά διαστήματα τους τοίχους, οπότε οι χαραγμένες σημειώσεις των κρατουμένων εξαφανίζονταν. Φαίνεται πως, όταν έχασαν τον πόλεμο και έφυγαν εσπευσμένα, δεν πρόλαβαν να κάνουν το ίδιο με το δεύτερο υπόγειο κι έτσι οι επιγραφές στους τοίχους, έστω και του 1944, υπάρχουν ακόμα. Σημασία δεν έχει, όμως, η ακριβής καταγραφή της ιστορίας, πράγμα εν πολλοίς ανέφικτο. Το αποτύπωμα των ανθρώπων στα υπόγεια είναι πιο διδακτικό και από το πληρέστερο βιβλίο ιστορίας.

Τα υπόγεια της Kommandatur

pic-main09

Τα υπόγεια προσφέρονταν ιδιαίτερα για τους κατακτητές, εφόσον είναι έξι μέτρα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους και η απομόνωσή των κρατουμένων απόλυτη. Και οι δυο όροφοι των υπογείων έχουν σε όλες τις προσβάσεις βαριές συμπαγείς και αεροστεγείς σιδερένιες πόρτες, κατασκευασμένες από γερμανική εταιρεία προπολεμικά και τα παράθυρα που βλέπουν προς τους φωταγωγούς διαθέτουν διπλά συμπαγή σιδερένια παραθυρόφυλλα, καθώς προορίζονταν για αντιαεροπορικό καταφύγιο. Σε αρκετές πόρτες βλέπει ο επισκέπτης από τη μια μεριά, αυτή των φρουρών, αγκυλωτούς σταυρούς, και από την άλλη τα λόγια των κρατουμένων: «νερό», «χωρίς νερό», «θέλω νερό».
Στο πρώτο υπόγειο, οι θάλαμοι Ι και ΙΙ πιθανότητα δεν αποτέλεσαν χώρους κράτησης. Σήμερα εκτίθεται εκεί η ναζιστική σημαία που κυμάτιζε στον τελευταίο όροφο του κτηρίου, μια πόρτα από τα κρατητήρια της Γκεστάπο στην οδό Μέρλιν, μια χειροπέδη, μια σφαίρα, που βρέθηκε σφηνωμένη μεταξύ ξύλινου πλαισίου, αλλά και αντικείμενα των κρατουμένων που ανακαλύφθηκαν στα υπόγεια: πακέτα τσιγάρων, σπίρτα, καραμέλες, μεταλλικά κύπελλα, καθώς και ένα ακέραιο γράμμα κρατουμένου μέσα σε αυτοσχέδιο φάκελο που εντοπίστηκε κρυμμένο σε κούφωμα πόρτας.
«Αγαπητέ Μιχάλη, σου γράφω από το γερμανικό φρουραρχείο, μην ανησυχείτε...»
Ο θάλαμος ΙΙΙ πιθανώς χρησιμοποιήθηκε ως χώρος κράτησης ή προφυλάκισης μέχρι το 1943, ενώ στον θάλαμο ΙV διακρίνονται τα ίχνη έξι μικρών χώρων που αποτελούσαν τα κελιά απομόνωσης. Εκεί διατηρούνται και τα περισσότερα χαραγμένα πορτραίτα, γυναικών κυρίως.
Η ποικιλία των γλωσσών που συναντάται στους τοίχους του θαλάμου V είναι αξιοσημείωτη. Ελληνικά, ιταλικά, ρώσικα, γερμανικά ακιδογραφήματα υποδηλώνουν πως οι κρατούμενοι δεν ήταν μόνο Έλληνες.
«Fiorin Sergio, Venezia», «Franzella, entrata (είσοδος) 29-7-44, uscita (έξοδος) κενό». Εκεί διαβάζουμε επίσης «τους Έλληνες τους έφαγε η βρετανική προπαγάνδα» και λίγο πιο κάτω, από άλλο χέρι, «Κοσμάς Ευαγγελλάτος, ετών 18, 21.7.44», χαραγμένες και αγκαλιασμένες η ελληνική και η αγγλική σημαία, το ακρώνυμο του ΚΚΕ και ένα τόξο τρυπάει μια καρδιά που στάζει αίμα.
Μηνύματα από ανθρώπους μικρότερης ηλικίας εμφανίζονται στο θάλαμο VI. «Μαυρίκιος Ν. Μαλευρής, τελειόφοιτος Ιατρικής, κρατούμαι ως όμηρος, αδίκως φυλακισθείς, είσοδος 15-12-42, έξοδος 10-1-43 δια Αβέρωφ, μαρτύρια Ιεράς Εξέτασης», «Μαυρομάτης Αλέξανδρος, ετών 16, Νεράιδα Βύρωνος, είσοδος 1/7/43, έξοδος άγνωστος», «Ελευθέριος Ψούνης, ετών 21, Καισαριανή, μπουκαδόρος». «Όσοι μπαίνουν μέσα εδώ είναι όλοι αθώοι», καταθέτει κάποιος χωρίς υπογραφή, ενώ άλλος, οπαδός της ΑΕΚ, χαράζει τα αρχικά της ομάδας του και ένα δικέφαλο αετό.
Τέλος, ο θάλαμος VII προοριζόταν κατά περιόδους αποκλειστικά για την κράτηση γυναικών, όπως μαρτυρεί το πλήθος γυναικείων ονομάτων, σκίτσων και υπογραφών που συνοδεύουν τα μηνύματα στους τοίχους και τις πόρτες. «Λίτσα Καραμπέλα, Λίτσα Καστορ...(δυσανάγνωστο), Ντίνα Διαμαντοπούλου 24/8/44». «Στης φυλακής τα σίδερα, παρηγοριά ζητούμε, μα δεν ευρέθηκε κανείς, τον πόνο μας να πούμε. Μαρία και Κατίνα».

Αποκατάσταση, επισκεψιμότητα, μνήμη και λήθη

Η αποκατάσταση των υπογείων ολοκληρώθηκε το 1991 και παραδόθηκε στο κοινό από την Εθνική Ασφαλιστική, στην οποία συνεχίζει να ανήκει το κτήριο. Λίγο καιρό μετά την απελευθέρωση της Αθήνας, στις 31 Οκτωβρίου 1944, το κτήριο πέρασε στα χέρια του ΕΑΜ, (επισυνάπτεται σχετική φωτογραφία). Κατόπιν στεγάστηκαν εκεί αγγλικά στρατεύματα, ενώ μετά επιτάχθηκε εκ νέου από την ελληνική κυβέρνηση. Σήμερα στο κτήριο λειτουργούν διάφορες υπηρεσίες και τα υπόγεια κρατητήρια είναι ανοιχτά για επίσκεψη από τις 9 το πρωί ως τις 14.00 κάθε μέρα, εκτός Κυριακής και Δευτέρας.
Αξίζει να σημειωθεί πως τα υπόγεια γειτνιάζουν με τον κινηματογράφο «Άστυ» και η είσοδός τους είναι ορατή από το κυλικείο του.
Πάρα πολλά σχολεία, ακόμα και εκτός Αττικής, για παράδειγμα από την Κρήτη, τη Χίο, το Κιλκίς, διαβάζει κανείς στο βιβλίο επισκεπτών, με τους δασκάλους και καθηγητές τους κατεβαίνουν στα υπόγεια, για εκπαιδευτική επίσκεψη, ιδιαίτερα τα τελευταία δυο χρόνια.



Ήταν εντυπωσιακό, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του ΑΠΕ-ΜΠΕ για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, πόσοι άνθρωποι πέρασαν να δουν τα κρατητήρια. Κάπου το άκουσαν και μπήκαν να τα δουν. Φεύγοντας, εμφανώς συγκινημένοι, δυο νεαροί μονολογούσαν «κοίτα τι κρύβεται κάτω από την Κοραή».
Εντυπωσιακή ήταν όμως και η άγνοια του κόσμου που κατακλύζει τις καφετέριες επί της οδού Κοραή. Σε ερωτήσεις του ΑΠΕ-ΜΠΕ αν γνωρίζουν για το τι βρίσκεται στην «Κοραή 4», σε θαμώνες των καταστημάτων, κανείς σχεδόν δεν γνώριζε την ύπαρξη των υπογείων, παρότι δίπλα στα τραπεζοκαθίσματα υπάρχει μόνιμα η είσοδος με την επιγραφή: «Χώρος Ιστορικής Μνήμης 1941-44». Μάλιστα φύλακας του ίδιου κτηρίου από την πλευρά της στοάς, ονόμασε τα κρατητήρια «κατακόμβες».

Οι τοίχοι γράφουν την ιστορία: Πόνος, αγωνία, αλλά και χιούμορ



Ο Δ. Μωραΐτης έχει χαράξει «24 ώρες χωρίς φαΐ και νερό. Μόνο μυρίζοντας γιασεμί», παίρνοντας δύναμη από το άρωμα του γιασεμιού στο σπίτι του. Ο Λουδοβίκος Μαριόλας: «Ποινή Θανάτου». Ο Κώστας Χάλαρης: «Ένα πρωί κάθομαι μες στο περιβολάκι και έρχονται δυο ρουφιάνοι χωροφυλάκοι και με παραδίδουνε στους Γερμανούς», Λάμπρος Τζίτζας: «Από ελληνική ρουφιανιά». Γεώργιος Καρούσος: «Είσοδος 8/4/44. Κατηγορηθείς για λάστιχα και ποδήλατα του Άξονος. Συλληφθείς από τους τσολιάδες. Αχ Βαχ. Και κάνω Πάσχα στα σίδερα αυτά, στον υγρό αυτόν τάφο. Κάτοικος συνοικίας Μεταξουργείου, Δεληγιώργη 47. Αχ Βαχ». Και από κάποια ακιδογραφήματα, όπου τα ονόματα είναι δυσανάγνωστα: «Στη φυλακή με ρίξανε χωρίς καμιά αιτία και τρέμουν τα ποδάρια μου από την αγωνία», ενώ σε άλλο θάλαμο διαβάζουμε «Υπομονή. Και προ πάντως, μην αγωνιάτε».

Κείμενο: Μαργαρίτα Κιάου ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου