(Στη φωτογραφία φαίνεται η μπούκα του λιγνιτωρυχείου -Κάρβουνο. Από το φωτογραφικό αρχείο του Θοδωρή Αυγέρου) |
Έφη Πουλοπούλου
1956-2020 .ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ.
Στην μνήμη του Γιάννη Πουλόπουλου.
64 χρόνια από την εξέγερση των κατοίκων της Ανθούπολης και το κάψιμο του λιγνιτωρυχείου. Φωτιά Λαού ονομάστηκε και ήταν μια πραγματική φωτιά
Πόσο περήφανα νιώθουμε εμεις οι εναπομείναντες Ανθουπολιώτες και πόσο ήρωες έχουν μείνει στην ιστορική μνήμη οι νεκροί μας;
Άνοιξη!!!
Ο Μάιος είναι ο καλύτερος μήνας του χρόνου. Για όλους αυτούς τους ανθρώπους που ζουν σε αυτή της άκρη της πρωτεύουσας , μικρούς και μεγάλους, νέους και ηλικιωμένους, ο μήνας αυτός κουβαλά βαρειά σκιά.
14 Μαίου 1956. Μια χούφτα μεροκαματιάρηδες , αγωνιστές του μόχθου, εργάτες όλοι, στάθηκαν απέναντι σε όλους εκείνους που καθημερινά τους έπιναν το αίμα και τους έκλεβαν το μόχθο τους. Και έβαλαν τέλος στην αδικία.
Θυμάμαι τα ξενύχτια μας στους δρόμους , πολύ συχνά, διότι τα φουρνέλα προκαλούσαν τρόμο. Και έμοιαζε η δόνηση που προκαλούσαν σαν σεισμός.
Και όλοι τρέχαμε μακριά γιατί νομίζαμε ότι θα έπεφτε το σπίτι μας και νομίζαμε ότι θα μας καταπλακώσει.
Και αυτό ήταν τρόπος ζωής .
Κάθε λίγο και λιγάκι , αρκετές φορές μέσα στην ημέρα, συνέβαινε το ίδιο.
Τρέχαμε παντού, στα υπουργεία, στις υπηρεσίες, μα τίποτε.
Ώσπου τον Απρίλη του 1956 η κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι θα διακοπεί η λειτουργία του λιγνιτωρυχείου.
Μα οι πολεμοκάπηλοι, τσιφλικάδες, οι συνεργάτες των Γερμανών, οι προδότες δεν σταματούσαν με τίποτε.
Και πιέζαν διαρκώς και οι Πόντιοι Πιλάτοι της εποχής τα δώσανε με ανάθεση στον δικό τους άνθρωπο. Αχ αυτή η ανάθεση έχει βαθιές ρίζες!!!
Και το όνομα του εκλεκτού Πρεζάνης.
Αγώνες, τρέξιμο, ποιός όμως μπορούσε να αφουγκραστεί τον πόνο και την ανάγκη μας να είμαστε κάτω από ένα κεραμίδι.
Οι νεότεροι ας ψάξουν , ας διαβάσουν και θα κατανοήσουν τι αξία είχε κάθε παλιό σπίτι.
Το πρωί δουλειά, το απόγευμα λάσπη (χώμα με άχυρο), ένα καλούπι ξύλινο, μέσα τοποθετούσαμε το υλικό, ξεραίνονταν και μετά χτίσιμο (πετραδάκι-πετραδάκι στην κυριολεξία).
Αυτό ακριβώς το σπίτι παλεύαμε να μην μας γκρεμίσουν τα φουρνέλα τους, οι λακέδες τους και τα συμφέροντά τους.
Ώσπου ένα βράδι 14 Μαίου του 56 ξεσηκώθηκε ο λαός.
Η καμπάνα της Αγίας Μαρίνας χτυπούσε ασταμάτητα, ένας λαός ξεχύθηκε στους δρόμους και μια φράση υπήρχε στα χείλη των Ανθουπολιωτών : « θα το κάψουμε, θα το ανατινάξουμε». Τι δύναμη ήταν αυτή!!! Τι σθένος!!!
Η φωτιά δεν έκαιγε το λιγνιτωρυχείο, μα τις καρδιές μας. Και μια έκρηξη δεν ανατίναξε το κάτεργο, αλλά γκρέμισε τα σύνορα του νου.
Η φωτιά πλέον είχε θεριέψει σε όλους μας....
Πάνω από 1000 χωροφύλακες στείλανε και οι σφαίρες πέφτανε σαν το χαλάζι.
Ποιός όμως έδινε σημασία?
Η λύτρωση είχε έρθει.
Πάνω από 5000 οι Ανθουπολιώτες που κατάφεραν να ανατινάξουν αυτό το αδυσώπητο τέρας.
Φυσικά τα λαμόγια της εξουσίας πάντα ξέρουν τι πρέπει να κάνουν.
Έπρεπε να συλλάβουν όλο τον κόσμο.
Συνέλαβαν 19 άτομα, άνδρες και γυναίκες .
Το λιγνιτωρυχείο τέλειωσε, ο λαός νίκησε και η φλόγα του παραμένει άσβεστη από τότε.
Και πάνω σε αυτά τα αποκαίδια οι κάτοικοι της Ανθούπολης χτίσαμε με τους αγώνες μας δύο σχολεία που από κει βγαίνουν παιδιά περήφανα για την καταγωγή τους , που αγαπούν τον τόπο τους και είναι άξια Περιστεριωτόπουλα.
Φάροι της νέας εποχής, μπολιασμένοι με φλόγα και αγάπη για τον συνάνθρωπο τους, άξιοι συνεχιστές μιας αδιάκοπης εξέγερσης.
ΤΟ ΠΡΏΤΟ ΘΥΜΑ ΣΤΟ ΛΙΓΝΙΤΟΡΥΧΕΙΟ....ΣΤΟ ΚΑΡΒΟΥΝΟ
Τον έλεγαν Χρήστο Νικολιά. Καταγόταν από τους Ανδρονιάνους της Κύμης.
Εργάτης στο επάγγελμα, από τους καλύτερους στις μπούκες του Αλιβερίου. Έψαξε για καλύτερη δουλειά- ζωή στην Αθήνα.
Και τι να έκανε στο Αλιβέρι; Από τα 7 παιδιά του , τα 4 πέθαναν από έλλειψη γιατρού, χρημάτων, υποδομών , από φτώχεια. Βρήκε εν τέλει δουλειά στο λιγνιτορυχείο της Ανθούπολης, στην μπούκα του Αγίου Βασιλείου.
Ήταν μόλις 30 χρονών το 1942.....Και έφτασε εκείνη η μέρα.
Εκείνη η μέρα. Σχόλασε και στο δρόμο κατάλαβε ότι είχε ξεχάσει το ρολόι του. Γύρισε να το πάρει, αλλά δεν ξαναβγήκε ποτέ.
Μια έκρηξη ακούστηκε , από το φουρνέλο και κατέρρευσαν τα σαθρά υποστυλώματα. Η μπούκα τον καταπλάκωσε και τέλος. Αυτό ήταν....
Της συζύγου του Χρήστου Νικολιά της τάξανε δουλειά και ένα οικόπεδο.
Την μια μέρα τάξανε , την άλλη εξαφανίστηκαν....για πάντα.
Εκείνη δεν ήξερε, ο λαός όμως ξέρει τους κοτζαμπάσηδες. Και ξέρει ότι η μόνη δουλειά που τους είναι γνωστή, είναι να πίνουν το αίμα του λαού.
Δεν ματαφάνηκε κανείς.
Γι αυτήν την οικογένεια δεν ξαναρώτησε κανείς.
Γι αυτή την Μάνα πως κατάφερε να σταθεί όρθια και να μεγαλώσει τα παιδιά της δεν ξαναρώτησε και δεν ενδιαφέρθηκε κανείς.
....Τον έλεγαν Χρήστο Νικολιά και κει κάτω είναι θαμμένος....και κανείς δεν τον θυμάται.
Εμείς όμως Χρήστο Νικολιά, που ζούμε με την αγωνία της Ανθούπολης, που ζούμε πάνω στο σαθρό υπέδαφος των στοών του λιγνιτορυχείου της Ανθούπολης, σε θυμόμαστε πάντα και δεν σε ξεχνάμε.
Αιωνία σου η μνήμη!!!!
Από την Ομάδα του Facebook
Στην μνήμη του Γιάννη Πουλόπουλου.
64 χρόνια από την εξέγερση των κατοίκων της Ανθούπολης και το κάψιμο του λιγνιτωρυχείου. Φωτιά Λαού ονομάστηκε και ήταν μια πραγματική φωτιά
Πόσο περήφανα νιώθουμε εμεις οι εναπομείναντες Ανθουπολιώτες και πόσο ήρωες έχουν μείνει στην ιστορική μνήμη οι νεκροί μας;
Άνοιξη!!!
Ο Μάιος είναι ο καλύτερος μήνας του χρόνου. Για όλους αυτούς τους ανθρώπους που ζουν σε αυτή της άκρη της πρωτεύουσας , μικρούς και μεγάλους, νέους και ηλικιωμένους, ο μήνας αυτός κουβαλά βαρειά σκιά.
14 Μαίου 1956. Μια χούφτα μεροκαματιάρηδες , αγωνιστές του μόχθου, εργάτες όλοι, στάθηκαν απέναντι σε όλους εκείνους που καθημερινά τους έπιναν το αίμα και τους έκλεβαν το μόχθο τους. Και έβαλαν τέλος στην αδικία.
Θυμάμαι τα ξενύχτια μας στους δρόμους , πολύ συχνά, διότι τα φουρνέλα προκαλούσαν τρόμο. Και έμοιαζε η δόνηση που προκαλούσαν σαν σεισμός.
Και όλοι τρέχαμε μακριά γιατί νομίζαμε ότι θα έπεφτε το σπίτι μας και νομίζαμε ότι θα μας καταπλακώσει.
Και αυτό ήταν τρόπος ζωής .
Κάθε λίγο και λιγάκι , αρκετές φορές μέσα στην ημέρα, συνέβαινε το ίδιο.
Τρέχαμε παντού, στα υπουργεία, στις υπηρεσίες, μα τίποτε.
Ώσπου τον Απρίλη του 1956 η κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι θα διακοπεί η λειτουργία του λιγνιτωρυχείου.
Μα οι πολεμοκάπηλοι, τσιφλικάδες, οι συνεργάτες των Γερμανών, οι προδότες δεν σταματούσαν με τίποτε.
Και πιέζαν διαρκώς και οι Πόντιοι Πιλάτοι της εποχής τα δώσανε με ανάθεση στον δικό τους άνθρωπο. Αχ αυτή η ανάθεση έχει βαθιές ρίζες!!!
Και το όνομα του εκλεκτού Πρεζάνης.
Αγώνες, τρέξιμο, ποιός όμως μπορούσε να αφουγκραστεί τον πόνο και την ανάγκη μας να είμαστε κάτω από ένα κεραμίδι.
Οι νεότεροι ας ψάξουν , ας διαβάσουν και θα κατανοήσουν τι αξία είχε κάθε παλιό σπίτι.
Το πρωί δουλειά, το απόγευμα λάσπη (χώμα με άχυρο), ένα καλούπι ξύλινο, μέσα τοποθετούσαμε το υλικό, ξεραίνονταν και μετά χτίσιμο (πετραδάκι-πετραδάκι στην κυριολεξία).
Αυτό ακριβώς το σπίτι παλεύαμε να μην μας γκρεμίσουν τα φουρνέλα τους, οι λακέδες τους και τα συμφέροντά τους.
Ώσπου ένα βράδι 14 Μαίου του 56 ξεσηκώθηκε ο λαός.
Η καμπάνα της Αγίας Μαρίνας χτυπούσε ασταμάτητα, ένας λαός ξεχύθηκε στους δρόμους και μια φράση υπήρχε στα χείλη των Ανθουπολιωτών : « θα το κάψουμε, θα το ανατινάξουμε». Τι δύναμη ήταν αυτή!!! Τι σθένος!!!
Η φωτιά δεν έκαιγε το λιγνιτωρυχείο, μα τις καρδιές μας. Και μια έκρηξη δεν ανατίναξε το κάτεργο, αλλά γκρέμισε τα σύνορα του νου.
Η φωτιά πλέον είχε θεριέψει σε όλους μας....
Πάνω από 1000 χωροφύλακες στείλανε και οι σφαίρες πέφτανε σαν το χαλάζι.
Ποιός όμως έδινε σημασία?
Η λύτρωση είχε έρθει.
Πάνω από 5000 οι Ανθουπολιώτες που κατάφεραν να ανατινάξουν αυτό το αδυσώπητο τέρας.
Φυσικά τα λαμόγια της εξουσίας πάντα ξέρουν τι πρέπει να κάνουν.
Έπρεπε να συλλάβουν όλο τον κόσμο.
Συνέλαβαν 19 άτομα, άνδρες και γυναίκες .
Το λιγνιτωρυχείο τέλειωσε, ο λαός νίκησε και η φλόγα του παραμένει άσβεστη από τότε.
Και πάνω σε αυτά τα αποκαίδια οι κάτοικοι της Ανθούπολης χτίσαμε με τους αγώνες μας δύο σχολεία που από κει βγαίνουν παιδιά περήφανα για την καταγωγή τους , που αγαπούν τον τόπο τους και είναι άξια Περιστεριωτόπουλα.
Φάροι της νέας εποχής, μπολιασμένοι με φλόγα και αγάπη για τον συνάνθρωπο τους, άξιοι συνεχιστές μιας αδιάκοπης εξέγερσης.
Τον έλεγαν Χρήστο Νικολιά. Καταγόταν από τους Ανδρονιάνους της Κύμης.
Εργάτης στο επάγγελμα, από τους καλύτερους στις μπούκες του Αλιβερίου. Έψαξε για καλύτερη δουλειά- ζωή στην Αθήνα.
Και τι να έκανε στο Αλιβέρι; Από τα 7 παιδιά του , τα 4 πέθαναν από έλλειψη γιατρού, χρημάτων, υποδομών , από φτώχεια. Βρήκε εν τέλει δουλειά στο λιγνιτορυχείο της Ανθούπολης, στην μπούκα του Αγίου Βασιλείου.
Ήταν μόλις 30 χρονών το 1942.....Και έφτασε εκείνη η μέρα.
Εκείνη η μέρα. Σχόλασε και στο δρόμο κατάλαβε ότι είχε ξεχάσει το ρολόι του. Γύρισε να το πάρει, αλλά δεν ξαναβγήκε ποτέ.
Μια έκρηξη ακούστηκε , από το φουρνέλο και κατέρρευσαν τα σαθρά υποστυλώματα. Η μπούκα τον καταπλάκωσε και τέλος. Αυτό ήταν....
Της συζύγου του Χρήστου Νικολιά της τάξανε δουλειά και ένα οικόπεδο.
Την μια μέρα τάξανε , την άλλη εξαφανίστηκαν....για πάντα.
Εκείνη δεν ήξερε, ο λαός όμως ξέρει τους κοτζαμπάσηδες. Και ξέρει ότι η μόνη δουλειά που τους είναι γνωστή, είναι να πίνουν το αίμα του λαού.
Δεν ματαφάνηκε κανείς.
Γι αυτήν την οικογένεια δεν ξαναρώτησε κανείς.
Γι αυτή την Μάνα πως κατάφερε να σταθεί όρθια και να μεγαλώσει τα παιδιά της δεν ξαναρώτησε και δεν ενδιαφέρθηκε κανείς.
....Τον έλεγαν Χρήστο Νικολιά και κει κάτω είναι θαμμένος....και κανείς δεν τον θυμάται.
Εμείς όμως Χρήστο Νικολιά, που ζούμε με την αγωνία της Ανθούπολης, που ζούμε πάνω στο σαθρό υπέδαφος των στοών του λιγνιτορυχείου της Ανθούπολης, σε θυμόμαστε πάντα και δεν σε ξεχνάμε.
Αιωνία σου η μνήμη!!!!
Από την Ομάδα του Facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου