Ο Άρης Χατζηστεφάνου γράφει στο αποκαλυπτικό του άρθρο στην Εφημερίδα των Συντακτών:
Τους ονομάζουν «ψηφιακούς Σέρλοκ Χολμς». Σε αντίθεση όμως με τον ελεύθερο επαγγελματία που έπλασε ο Κόναν Ντόιλ, οι ντετέκτιβ της δικής μας ιστορίας διαθέτουν έναν τραπεζικό λογαριασμό, ο οποίος τροφοδοτείται σε τακτά χρονικά διαστήματα από οργανισμούς όπως το ΝΑΤΟ, το Πεντάγωνο και τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Ορισμένοι από τους διασημότερους ψηφιακούς Σέρλοκ Χολμς εργάζονται στο λεγόμενο Digital Forensic Research Lab (DFRL), το εργαστήριο που έστησε το Ατλαντικό Συμβούλιο για να εντοπίζει, όπως λέει, μαζικές εκστρατείες διασποράς ψευδών ειδήσεων και επηρεασμού της κοινής γνώμης.
Πριν από μερικούς μήνες το Facebook ανέθεσε στη συγκεκριμένη ομάδα να παρακολουθεί το περιεχόμενο που ανεβαίνει στην πλατφόρμα και να ενημερώνει για σελίδες ή προσωπικά προφίλ χρηστών που θα πρέπει να αφαιρεθούν.
Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ παρουσίασαν το Ατλαντικό Συμβούλιο, το οποίο χρηματοδοτείται και συχνά λειτουργεί σαν άτυπο think tank του ΝΑΤΟ, σαν έναν «αντικειμενικό παρατηρητή» που θα επιτρέψει στο Facebook να απεμπλακεί από τη λήψη επικίνδυνων πολιτικών αποφάσεων.
Ελάχιστοι τόλμησαν τότε να μας θυμίσουν ότι ανάμεσα στους χορηγούς του Ατλαντικού Συμβουλίου βρίσκονται πολεμικές βιομηχανίες, όπως η Lockheed Martin, η Raytheon και η Boeing – οι οποίες βλέπουν την αξία των μετοχών τους να εκτοξεύεται ύστερα από κάθε επιθετική κίνηση της Ουάσινγκτον απέναντι στη Ρωσία ή την Κίνα.
Κανείς δεν ασχολήθηκε με το γεγονός ότι τμήμα του μισθού των ψηφιακών Σέρλοκ Χολμς προέρχεται απευθείας από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τους τρεις κλάδους του Πενταγώνου αλλά ακόμη και από απολυταρχικά και μοναρχικά καθεστώτα, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μαρόκο και παλαιότερα και η Τουρκία.
Και φυσικά πέρασε σχεδόν απαρατήρητο ότι επικεφαλής του DFRL είναι το πρώην στέλεχος του αμερικανικού συμβουλίου εθνικής ασφάλειας, Γκράχαμ Μπρούκι.
Το Facebook φυσικά δεν πρωτοτυπεί αναθέτοντας σε κρατικούς υπεργολάβους το φιλτράρισμα του περιεχομένου του.
Πριν από περίπου έναν μήνα η Google ανακοίνωσε ότι διέγραψε δεκάδες λογαριασμούς από υπηρεσίες της όπως το Youtube και το Google+ καθώς υπήρχαν υπόνοιες (αλλά όχι αποδείξεις) ότι συνεργάζονται με τη δημόσια υπηρεσία ραδιοτηλεόρασης του Ιράν.
Τηρουμένων, δηλαδή των αναλογιών, θα ήταν σαν να απαγορεύσουν να ποστάρει στο ίντερνετ κάποιος που έχει επαφές ή συνεργάζεται με το BBC ή την ΕΡΤ.
Η απόφαση, την οποία ακολούθησαν σύντομα το Twitter και το Facebook, στηρίχθηκε σε έκθεση της Fireeye, μιας ιδιωτικής εταιρείας ασφαλείας του διαδικτύου, η οποία πραγματοποίησε τα πρώτα της βήματα λαμβάνοντας ενίσχυση μεταξύ άλλων και από την In-Q-Tel, το περίφημο ταμείο επιχειρηματικών κεφαλαίων (venture capital) της CIA.
Αλλοτε αγαπημένο παιδί της Wall Street (αφού υπόσχονταν στους επενδυτές εφαρμογές που δεν κατάφερε να τελειοποιήσει), η Fireeye συνέχισε να ενισχύει τις σχέσεις της με το «βαθύ κράτος» των ΗΠΑ. Αν και η εταιρεία αρνείται οποιαδήποτε (οργανική) σχέση με τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, το γεγονός ότι ο διευθύνων σύμβουλός της Κέβιν
Μάντια και ο πρόεδρος Τράβις Ρις ήταν υψηλόβαθμα στελέχη της Υπηρεσίας Πληροφοριών της αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας, δεν βοηθά ιδιαίτερα την επικοινωνιακή της γραμμή. Τα περισσότερα από τα στελέχη της Fireeye προέρχονται από εταιρείες που λειτουργούσαν σαν υπεργολάβοι μεγάλων πολεμικών βιομηχανιών και του Πενταγώνου.
Η εταιρεία ήταν, μάλιστα, μια από τις σημαντικότερες ιδιωτικές επιχειρήσεις που προώθησαν αμφιλεγόμενα στοιχεία για την παρέμβαση της Μόσχας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές,
Αν και εταιρείες όπως η Fireeye αλλά και το Ατλαντικό Συμβούλιο θεωρούνται πολιτικά ουδέτερες στις ΗΠΑ (με την έννοια ότι δεν συνδέονται με το Ρεπουμπλικανικό ή το Δημοκρατικό Κόμμα), οι υπηρεσίες που προσφέρουν στα μεγαθήρια του διαδικτύου αποτελούν ουσιαστικά προέκταση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Δεν είναι φυσικά τυχαίο ότι αρκετές από τις σελίδες και τα ποστ που διαγράφηκαν πρόσφατα από τα μεγαλύτερα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανήκαν σε ομάδες και ακτιβιστές της Αριστεράς, που αμφισβητούν τη στάση των ΗΠΑ απέναντι σε χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν ή καταδικάζουν τη στρατηγική συμμαχία Ουάσινγκτον-Τελ Αβίβ.
Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα των τελευταίων εβδομάδων ήταν το κατέβασμα από το Facebook της αγγλικής ιστοσελίδας του λατινοαμερικανικού δικτύου Telesur.
Ακόμη όμως και ο Βρετανός πρώην διπλωμάτης Κρεγκ Μάρεϊ, που αποκάλυψε τον βρόμικο ρόλο των μυστικών υπηρεσιών Βρετανίας και ΗΠΑ στα βασανιστήρια που πραγματοποιούνταν στο Ουζμπεκιστάν, είδε τα κείμενά του να απομακρύνονται από το Facebook.
Οι επόμενες γενιές, έγραφε πρόσφατα ο Κρεγκ Μάρεϊ, θα αναγνωρίσουν ότι, όπως συνέβη και με την περίπτωση του γερουσιαστή Μακάρθι, αυτοί που ξεκίνησαν το κυνήγι μαγισσών εκπροσωπούσαν το κακό που υποτίθεται ότι ήθελαν να αντιμετωπίσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου